- κυριολεκτεῖται
- κυριολεκτέωuse words in their properpres ind mp 3rd sg (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κελαρύζω — κυριολεκτείται στα τρεχούμενα νερά και σημαίνει γαργαρίζω, μουρμουρίζω: Τα νερά της πηγής κελάρυζαν … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)